Βρισκόμαστε στη περίοδο των Απόκρεω. Την πιό τρελή, την πιό χαρούμενη, την πιό ξέφρενη περίοδο κάθε χρονιάς. Σκέφτικα λοιπόν μετά το Καρναβάλι στο Ληξούρι να περάσουμε και τις υπόλοιπες μέρες αυτής της χαρούμενης περιόδου με αναρτήσεις που να φέρνουν λίγο γέλιο. Ένα στοιχείο πολύτιμο στην εποχή μας, αφού τόσο πολύ μας λείπει. Εμπρός λοιπόν Απολαύστε ό,τι και όσα μπορέσω να βρω.
Την έπαθε το γκαρσόνι
Έτσι πάει μιά μέρα ο Μαρίνος περί τα εκατό μέτρα πάρα πέρα που είχε ένα άλλο καφενέ ένας ανταγωνιστής του Γεράσιμου και παραγγέλνει στο γκαρσόνι τον Κόκο.
-Βωρέ Κόκο, φέρε μου σε παρακαλώ έναν βαρύ γλυκό.
Κι΄ο καφετζής και ο Κόκος, που ξέρανε πως αντίκρυ στο ρολογάδικο του Μαρίνου ήτανε ο καφενές του Γεράσιμου, και πως με φιλία αδελφική συνδεόντουσαν, κάνουν τη λογική σκέψη, πως κάτι θα μεσολάβησε μεταξύ τους και μ΄ένα στόμα απαντούν στην παραγγελία του Μαρίνου
-Αμέσως!!!!
Σίγουροι πως από τώρα και στο εξής θα τον είχανε γιά πελάτη τους.
Ο δε Κόκος τρέχει και τον προλαβαίνει καθώς ξεπόρτιζε και τον ρωτάει.
-Στο μαγαζί σου θέλεις να σου φέρω Μαρίνο μου τον καφέ που παράγγειλες;
Ο δε σατανικός Μαρίνος σοβαρός του λέει.
-Όχι βωρέ Κόκο μου. Να μου τον φέρεις στον καφενέ του Γεράσιμου.
Ο δε φτωχός Κόκος μη μπορώντας να εξηγήσει την ανεξήγητη παραξενιά του....νέου πελάτη του και την επιθυμία του, πήρε το δίσκο και πήγε και σέρβιρε τον καφέ του Μαρίνου στο τραπέζι του καφενέ του Γεράσιμου. Κι΄ελάτε τώρα εσείς στη θέση του κουρλού του καφετζή του Γεράσιμου να δει τον Κοκό που δούλευε σαν γκαρσόνι στο καφενείο του ανταγωνιστή του να έρχεται και να σερβίρει στο τραπέζι του καφέ στον δικό του πελάτη, στο γείτονά του και τον αδελφικό του φίλο, το Μαρίνο.
Θόλωσε το μυαλό του, ζαλίστηκε, ο θυμός του ξεχείλησε και κατακόκινος σαν αστακός δίνει μιά και τουμπάρει το τραπέζι. Κι΄αρπαζοντας από την κρεμάστρα του καφενέ ένα μπαστούνι που είχε κραμασμένο άρχισε να κυνηγάει τον Κόκο στο δρόμο γιά να του σπάσει τα κόκαλα. Ο δε αθεόφοβος Μαρίνος έτρεξε και μπήκε στη μέση να τους χωρίσει, ρωτώντας μάλιστα
-Τι έγινε βωρέ παιδιά; Τι συνέβηκε και αρπαχτήκατε;
Ο Ηλίας Μηνιάτης
Το άγαλμα του Ηλία Μηνιάτη του μεγάλου του Γένους Δασκάλου, από χρόνια ήτανε στημένο μπροστά στο Μαρκάτο, το χαρακτηριστικό και όμορφο κτίριο στην πλατεία του Ληξουρίου.
Με τους σεισμούς του ’53 το άγαλμα έπεσε και σπάσανε τα δυό του χέρια. Κείνη τη θλιβερή μέρα του Αυγούστου και ενώ όλη η Κεφαλονιά είχε μετατραπεί σε ερείπια, πέρασε από το Μαρκάτο, από τον τόπο της καταστροφής ένας κουρλοληξουριώτης και βλέποντας το άγαλμα του Μηνιάτη πεσμένο και μισοκατεστραμένο στάθηκε πάνω του το κοίταξε περίλυπος κι ένώ γύρω του τα πάντα είχαν γίνει σκόνη αυτός σκύβει πάνω από το άγαλμα και λέει
-Βωρέ Μηνιάτη! Καλά να πάθεις βωρέ που εκαθιόσουνε δώ πα και εκοίταες το Αργοστόλι.
Ας μου επιτραπούν δυό λόγια γιά τον κορυφαίο ιεράρχη της Ορθοδοξία, τον Ληξουριώτη Ηλία Μηνιάτη. Θεωρείται από τους επιφανέστερους άνδρες της Ορθοδοξίας του 17oυ Αιώνα Από τους μεγάλους διακριθέντας κληρικούς και από τους σπάνιους ρήτορες της εκκλησίας. Οι ομιλίες του υπό τον τίτλο «Διδαχαί» εξεδόθησαν στη Βενετία το 1717.
Φάσκελο ξεμυτιστό. ( καθαρά Κεφαλονίτικη μούτζα)
Ο σιόρ-Ανδρέας ο Λασκαράτος είχε ένα σέμπρο στα χτήματά του, τον Μπάμπη
Ο Μπάμπης πήγαινε στο Αργοστόλι ό,τι έβγαζε στα χτήματά του ο Λασκαράτος και τα πουλούσε.
Ένα πρωί λοιπόν εκεί που ο Μπάμπης περίμενε τη μπεζίνα (το καϊκάκι ) γιά να γυρίσει στο Ληξούρι βλέπει να περνάει ο σιόρ-Παναγάκης, θύμα του Λύχνου, της εφημερίδας του Λασκαράτου. Μόλις ο Παναγάκης βλέπει τον Μπάμπη κοντοστέκεται και του λέει
-Βωρέ Μπάμπη, πας γιά το Ληξούρι;
-Ναίσκε σιόρ-Παναγάκη μου, του λέει ο Μπάμπης.
-Θα μου κάμεις βωρέ ένα θέλημα; Τον ρωτάει.
-Μετά χαράς σιόρ-Παναγάκη μου. Ορίστε.
-Εκεί που θα πας θέλω να δώσεις στον αφέντη σου ένα φάσκελο ξεμυτιστό
Κι’ ο Μπάμπης χωρίς να τα χάσει του λέει
-Δε μου λες σιόρ-Παναγάκη. Αν δεν έβρω τον σιόρ-Αντρέα να σου το φέρω πίσω;
Ντένης Κονταρίνης
Ax, Από αυτά τα τρία ανέκδοτα Σιορ Κονταρίνη μου άρεσε το τελευταίο πιο καλά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκεί πάνω στο χωριό μου πάνω στο Βουνό στα Μαρκάτα που όταν έγραψες τη λέξη Μαρκάτο, νόμιζα ότι έλεγες το χωριό μου, περιμέναμε να ρθούνε οι Ληξουριώτες να μας πουλήσουν φρούτα και χορταρικά.
Ήταν λοιπόν ο Ληξουριώτης ο Μιτζής είχε ένα σαραβαλάκι φορτηγό αυτοκίνητο, σταματούσε στον δρόμο και φώναζε Κουμεντόρα, κάβολλε, γουλιά, μάπες, μια συμορία από παιδάκια τον περίμενε κρυμμένη, κατόρθωναν κι ανέβαζαν ένα παιδάκι στην καρότσα και καθώς το αυτοκίνητο προχωρούσε αυτός πέταγε στον δρόμο ότι έπιανε στα χέρια του. Ήτανε τότε η εποχή της πείνας.
Τα ίδια παιδιά περίμεναν κι έναν μανάβη από τα Φαρακλάτα, αυτός ερχόταν με ένα μουλάρι φορτωμένο, είχαν λοιπόν κλεισει σε ένα κουτί από σπίρτα του τότε ελληνικού μονοπωλίου μια αλογόμυγα, και την αμόλαγαν στο μουλάρι. τα υπόλοιπα μπορείς να τα φανταστείς...
Γαβριήλ
ΕΙΣΑΙ ΦΟΒΕΡΟΣ!!!ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΑΛΕΣ ΑΠΟΚΡΙΕΣ ΝΑ ΕΧΕΙΣ.ΠΕΡΑΣΕ ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΓΙΑΤΙ ΕΧΕΙΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑVATAR ΣΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΣΟΥ.ΚΑΛΟ ΒΡΑΔΥ.ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ;
Καλησπέρα ...Πολύ καλά αυτά που έγραψες και πολύ διαφορετικά...Καλές αποκριες και σε σένα και καλή βδομάδα
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραία Ντένη μου τα Αργοστολιώτικα ανέκδοτα σου .Εγώ σαν βέρα κεφαλονίτισσα θα σε πληροφορίσω τι σημαίνει φάσκελο ξεμυτιστό.Είναι η μούτζα με κλειστά δάκτυλα και με το χοντρό δάκτυλο να προβάλει ανάμεσα από το δείκτη και το μέσο.Ευχές για καλή Αποκριά με υγεία και χαρά,γέλιο και πολλή διασκέδαση Κατερίνα
ΑπάντησηΔιαγραφή΄Φίλε Γαβρίλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜιτζής ήτανε το παρατσούκλι της δικής μας οικογένειας το οποίο κατάργησε ο πατέρας μου Δεν ξέρω αν με τον μανάβη σας είχα κάποια συγγένεια.Τα φάνταζομαι όλα τα υπόλοιπα γιατί παρόμοια κάναμε κι΄εμείς τότε σαν παιδιά
Νάσαι καλά
Ντένης
Χαίρομαι φίλε SKPOYTZAKOS που σε βλέπω ταχτικά στη σελίδα μου καισ΄ευχαριστώ. Και βέβαια θα περάσω να διαβάσω τα ανεπανάληπτα ανέκδοτά σου και να σου γράψω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν θες μπορείς να μου γράψεις στο denniskontarinis@yahoo.com και να τα λέμε
Νάσαι καλά
Ντένης
Καλή μου Εβελίνα
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ γιά την επίσκεψη και χαίρομαι που σου αρέσουν. Θα συνεχίσω γιά όλη την αποκριά.
Πήρα το γράμμα σου, το χάρηκα σ'ευχαριστώ και θα σου απαντήσω
Νάσαι καλά καλή μου φίλη
Ντένης
Κατερίνα μου καλή μου φίλη
ΑπάντησηΔιαγραφήΤό ξέρω το φάσκελο το ξεμυτιστό αλλά δσεν ήθελα να το γράψω. Το διάβασα στο ερμηνευτικό λεξικό του βιβλίου που μου έστειλες.Έτναι όπως τα λες κι΄εσύ Τα ίδια γράφει και το λεξικό Αυτοί είμαστε εμείς οι κεφαλονίτες.
Νάσαι καλά
Ντένης
Τι άλλο έχουμε να μάθουμε ακόμη από σένα, Ντένη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΛαογραφικό βιβλίο μπορείς να γράψεις, σίγουρα.
Καλή εβδομάδα!
Καλή μέρα φίλε Στράτο και καλή βδομάδα και σε σένα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜέσα από τα Εφτάνησα προσφέρω ό,τι μπορώ. Όσο γιά βιβλίο άστα. Όποιος καεί στο κουρκούτι....λέει η παροιμία μας. Καταλαβαίνεις Πετυχημένες οι φωτό Η τελευταία είναι από την ταινία της ΑΝΖΕΡΒΟΣ ο Φανούρης και το σόί του με τον Φωτόπουλο Σκηνοθέτης ο Δημήτρης Ιωαννίδης που είχε έλθει από Αμερική και βοηθός του ο..... ιδιοκτήτης των Εφτανήσων.
Νάσαι καλά φίλε
Τέλεια super τα όσα γράφεις κ. Ντένη. Τι άλλο καλύτερο με έξυπνο χιούμορ στο πνεύμα της Αποκριάς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλούς πολλούς χαιρετισμούς.
πολυ ωραιο το blog σας... καλες αποκριες!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα αγαπητή μου Μαριάνθη
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι άλλο πίο ωραίο, πιό όμορφο και πιό....υγειηνό αυτό τον καιρό από λίγο γέλιο που τόσο πολύ το έχουμε ανάγκη.
Νάσαι καλά
Ντένης
Αγαπητή/έ φίλη/ε
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ γιά την επίσκεψη και τα καλά σου λόγια.
Εδώ στην ξενητιά οι απόκρηες δεν είναι όπως στην πατρίδα. Όμως κάτι γίνεται. Γιά να μην ξεχνάμε.
Ευχαριστώ
Ντένης
Περιμένοντας την θύελλα!
ΑπάντησηΔιαγραφή"...όποιος, λοιπόν, καεί στον χυλό, φυσάει και το κουρκούτι...(ή το γιαούρτι)
Αυτό έχουμε πάθει όλοι μας,
Ντένη, φίλτατε,
και αυτός νομίζω είναι ο λόγος που το σκεπτόμαστε δυο και τρεις φορές να "βγάλουμε" κάποιο... "βιβλιάκι"
όπως μου είπαν και κάποιοι καλοί φίλοι!
Λες και στα "βιβλιάκια" δεν υπάρχει η έμπνευση, η πρωτοτυπία, η γνώση... και ό,τι άλλο!!!
Δεν είχα σκεφτεί, όμως, να τους ρωτήσω αν είναι από τον "κουρλό" (όπως λες)... τόπο...
Άλλοι γίνονται κουνημένοι από την ...θάλασσα (εξαίρεση ο Γαβρίλης μας)... άλλοι από τους σεισμούς... (κι ας αφήσουμε και κάποιους άλλους... αχ! καλέ! )
Όσο για το μιτζής, η σχωρεμένη η Λουκία, ονόμαζε έτσι τους κοντούς!
(αλήθεια, πού πάμε? και πώς; μάλλον και ...πότε; )
Α! πού μας πάει τη σκέψη η ...μοναξιά!
Χαιρετισμούς,
Υιώτα,
ΝΥ
Υπέροχη όπως πάντα η εγγραφή σου. Καλές Αποκριές και καλή Καθαρά Δευτέρα Ντένη μου.Φιλιά
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή μου Υιώτα καλημέρα
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην βρίσκεις καλή την ανάρτηση και συζητήσημη.
Γιά τα βιβλιάκια μην το συζητάμε. Πονάει πολύ το θέμα. Ξέρεις
Όσο γιά τους κουνημένους τι να κάνουμε; Κεφαλονιά είναι αυτοί. Και ναυτικούς έχει και σεισμοκουνημένους.
Το Μιτζής πάντως είναι επώνυμο που υπάρχει ακόμη, ιδιαίτερα στο Ληξούρι
Χαιτισμούς στον Δημήτρη και καλό κουράγιο γιά το χιόνι.
Ντένης
Αγγελική μου χαίρομαι γιά την επίσκεψή σου στα Εφτάνησα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ γιά τα καλά σου λόγια.
Χτες έλαβα την ΑΛΗΘΕΙΑ και γίά μιά ακόμη φορά απόλαυσα το Σαν Να ήταν Χτες
Νάσαι καλά καλη μου
Φιλάκια κι΄από μενα
Ντένης