Αγαπητοί μου φίλες και φίλοι
Ξεκινάω την επανεμφάνησή μου – σαν δοκιμή - με ένα ανέκδοτο από το βιβλίο του αείμνηστου Χρήστου Βουνά, του Κεφαλλονίτη, που με τα αστεία του και τις φάρσες του έκανε όλη την Κεφαλλονιά να γελάει.
Απολαύστε το.
H σημερινή μου ανάρτηση έχει σαν σκοπό την ολοκλήρωση της επικοινωνίας μαζί σας από το μπλογκ μου. Στην προηγούμενη ανάρτηση δεν κατά;φερα να απαντήσω σε ορισμένα σχσόλια και ζητώ συγνώμη γι΄αυτό. Ελπίζω με την σημερινή ανάρτηση να έχουν λυθεί όλα. Δεν ζήτησα την βοήθεια κανενός διότι - δεν το κρύβω - μετά από μια σειρά επιθέσεων από ένα υποκείμενο του διαδυκτίου πλέον φοβάμαι να εμπιστεύομαι. Ελπίζω πως με την σημερινή ανάρτηση έχω ολοκληρώσει την επισκευή των ζημιών και πλέον όλα θα πάνε καλά.
Πολλές φορές είχε γλυτώσει τη ζωή του στη ζούγκλα, από τους κανίβαλους, απ΄τ΄άγρια θηρία και τα τρομερά ερπετά ο αλησμόνητος φίκλος μου ο Γεράσιμος.
Πολυταξίδεψε, θαλασσοδάρθηκε, ναυάγησε, γύρισε κι΄αλώνησε όλους τους ωκεανούς και όλες τις ηπείρους του γήινου πλανήτη μας, σαν βέρος Κεφαλλονίτης, αλλά στα στερνά του τα κατάφερε να γυρίσει στο ξακουστόνησάκι του. Που συνέχιζε την γόνικη παραγωγή Οδυσσέων, με γερό κομπόδεμα στην τσέπη του.
-Τώρα τη φουντάρισα για καλά. Δεν το ξανακουνάω ρούπι.είπε στους παληούς φίλους του. Κι΄αγόρασε σπίτια για να κάτσει και να τα νοικιάσει, κι΄αγόρασε ελιές που δίνουνε ανέξοδα το εισόδημα. Και παρά τα εξήντα χρόνια του έψαχνε να βρει καμιά κοπέλλα δεκαεξάχρονη, για να της χαρίσει την αγνότητα και όλη τη φλόγα της δροσερής του νεότητας. Και σαν γνήσιος Κεφαλλονίτης κα;ι έπινε και χαρτόπαιζε και τα ζητούσε όλα δικά του, χωρίς βέβαια να παραλείπει να στέλνει του διαόλου, προς φιλοξενία, ψυχαγωγία και περιποίηση όλος τους γνωστούς του Αγίου.
Αλλά παρά τα ελαττώματά του είχε και ένα προσόν. Αγαπούσε τα αδύνατα πλάσματα. Και τα ζώα και τις γυναίκες. Και αφού δεν είχε βρει ακόμα την πολυπόθητη γυναίκα είχε συγκεντρώσει .όλη του την λατρεία σένα κοπρόσκυλο που περιμάζεψε από τλους δρόμους, που το έπλυνε, το χόρτασε και το βάφτησε με το όνομα του ανακαλύψαντος τον Νέον Κόσμον.
-Κολόμπο μου, φώναζε και τα χείλη του στάζανε μέλι.
Κιολόμπο…Κολόμπο…και αν τον έχανε γύριζε σαν τρελόις στα στενοκάντουνα για να τον εύρει.
-Κολόμπο μου θα γιατρευτείς τον βεβαίωνε φιλώντας τον στην κρύα και βρωμερή μούρη του, σαν αρρώσταινε.
Και στον Κολόμπο έφερνε μπόλικα σκωτοπλέμονα, ενώ στους φτωχούς συνανθρώπους του, που του ζητούσαν βοήθεια, τους φώναζε.
-Όξου!!Όξου!! Χαθείτε διαλεμπαμέσα σας.Χαθείτε από μπροστά μου.
Ήταν, μ΄άλλα λόγια ευαίσθητος στην ψυχή και δυστυχώς η ευαισθησία του τον έφερε πρόωρα στηγν Πύλη τοιυμ Αγίου Πέτρου, βοήθειά μας.
Μπουκάρησε με τους σεισμούς του αυγούστου (1953) που σάρωσαν ανελέητα το νησί του, μέσα στο σπίτι του, για να σώσει τον αγαπημένο του κολόμπο και ο μεν κολόμπο σώθηκε πηδώντας μέσα από τα στντρίμια, ο δε αλησμόνητος φίλος μας, ο Γεράσιμος, διάβηκε βιαστηκά τον Αχέρωντα, αφήνοντας τα καλά του στους αχώνευτους συγγενείς του, λες σαν εκδίκηση, χωρίς διαθήκη κιοι άμοιροι ακόμη παλεύουν στα Δικαστήρια για το μοίρασμά της.
-Τι ζητάς μπροστά μου βρε κάθαρμα; τον υποδέχτηκε ο Άγιος Πέτρος βοήθειά μας.
Σε προσκυνώ Άγιε Πέτρο μου…Σε προσκυνώ…Να…Ήθελα…
-Τι ήθελες βρε τέρας και εμφανίστηκες ενώπιόν μου;
-Τ’ιποτσι Άγιε Ππέτρο μου!..Τίποτσι…Μόνο νάβλεπα, έτσι απόπεριέργεια το ξ;ακουστό περιβόλι σου…
-Σύραινε απαίσιε στο πυρ το εξώτερον Δεν το ξέρεις ότι εδώ δεν έχει θέση κανένας Κεφαλλονίτης;
Και προτού προλάβει ο Γεράσιμος να του απαντήσει ο Άγιος Πέτρος, βοήθειά μας, έκλεισε με βρόντο την θείας του παραδείσου τοιυ πόρταν. Αλλά σαν Κεφαλλονίτης είχε θυληκό μυαλό κιο Γεράσιμος. Σιμώνει λοιπόν το χέρι του στο άγιο χτυπητήρι και…
-Πάλι εσύ βρε αλητούργητε;
-Μια μονάχα χάρη ήθελα; Άγιε Πέτρο μου προτού φύγω για κει που με στέλνεις.
-Ας την ακούσουμε, του λέει με συγκατάβαση, σαν Άγιος που είναι, ο Άγιος Πέτρος, βοήθειά μας.
-Να με δανείσεις μερικά εργαλεία.
-Και τι είδους εργαλεία βρε αθεόφοβε ζητάς εδώ πάνω;
-Να! Σα να πούμε Άγιε Πέτρο μου, αν είχες τη θεία καλωσύνη να μου έδινες μια τσάπα, έναν κασμά, ένα μυστρί και ένα πριόνι.
Κι΄ο Άγιος Πέτρος άρχισε να γελά με τον κουρλοκεφαλονίτη.
-Και τι θα φτιάσεις μ΄αυτέ βρε αντίχριστε; τον ρωτά περίεργα και καγχάζοντας.
-Να!! Έλεγα μήπως σου έσχει πέσει πολλή δουλιά Άγιε Πέτρο μου…και για να σε βοηθήσω, συνέχισε, λέω να φτιάξω αντίκρυ έναν παράδεισο, όχι βέβαια μεγάλον σαν τον εδικό σου….
Και ο Άγιος Πέτρος, βοήθειά μας, αφού στάθηκε για κάμποση ώρα αμίλητος και σκεφτικός του ψυθίρισε με χαμόγελο.
-Από σένα όλα να τα περιμένω. Έμπα καλύτερα εδώ μέσα π΄ανάθεμά σε.